- ζῳοποιῆσαι
- оживить
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
ζωοποιῆσαι — ζωοποιέω make alive aor inf act ζωοποιέω 2 make alive aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ζῳοποιῆσαι — ζῳοποιέω 1 aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)